Η Πάργα ήταν γνωστή από τα χρόνια τα παλιά, Τορύνη την
ονόμαζε ο Πλούταρχος, μα Πάργα έγινε την εποχή του βυζαντίου, και των ενετών.
Κατοικούνταν από πρόσφυγες των γύρω περιοχών, διωγμένους από τις επιδρομές
αλβανών, αλλά και αρκετούς Κερκυραίους.
Λιμάνι σημαντικό, για να βρίσκουν τα πλοία καταφύγιο από
τους πειρατές, προστατευόταν από το ενετικό φρούριο και γρήγορα μετατρέπεται σε
αυτοδιοικούμενο εμπορικό κέντρο που ακμάζει, με ελαιώνες, ελαιοτριβεία, αλλά
και διδασκάλους του ελληνικού πνεύματος, ενώ ανεφοδιάζει και τους Σουλιώτες με
τρόφιμα και πυρομαχικά, και τους φιλοξενούσε στο κάστρο, κάθε που αναγκαζόταν
να εγκαταλείψουν για λίγο το Σούλι. Το 1797 περνάει από την ενετική σε γαλλική
κυριαρχία. Τον καιρό αυτό οι Παργινοί διατηρούν
διάφορα προνόμια, με αποτέλεσμα να θεωρούνται ελεύθεροι.
Με την συνθήκη των Παρισίων, 5 Νοεμβρίου 1815, και την
αποκατάσταση της ειρήνης στην Ευρώπη, τα Επτάνησα αποτέλεσαν αυτόνομο κράτος
κάτω από την αποκλειστική προστασία της Μεγάλης Βρετανίας. Οι Παργινοί, οι
οποίοι διατηρούσαν στενή σχέση με τα Επτάνησα, βρίσκονται πλέον και αυτοί υπό
την κυριαρχία των Άγγλων. Οι Άγγλοι όμως, μέσω του Τόμας Μέτλαντ, ο οποίος είχε
έρθει ως κυβερνήτης της Μεγάλης Βρετανίας μετά την απελευθέρωση
της Κέρκυρας, θέλοντας να ενισχύσουν τον Αλή Πασά και να μειώσουν την επιρροή
των Ρώσων στην περιοχή, αποφασίζουν, το 1819, να πουλήσουν την Πάργα στον Αλή
Πασά, ο οποίος για χρόνια την πολιορκούσε και δεν μπορούσε να την κατακτήσει.
Ο πασάς την εποικίζει με αλβανικές οικογένειες, και η Πάργα,
από ελεύθερη, αυτοδιοικούμενη περιοχή, περνά στον τουρκικό ζυγό, και οι κάτοικοί
της, με τη συνθήκη πώλησης, χάνουν τα προνόμια ελευθερίας και κατοχής
περιουσίας που είχαν. Έτσι, 4000 Παργινοί, αποφασίζουν να «ξεριζωθούν», να πάρουν
ότι μπορούσαν να κουβαλήσουν, να ξεθάψουν τα κόκαλα των προγόνων, τιμώντας τους,
και αφού τα κάψουν να πάρουν μαζί τους την τέφρα, για να μη τα μαγαρίσει ούτε
αυτά ο Τουρκαλβανός, και να φύγουν πρόσφυγες στην Κέρκυρα. Το κόστος πώλησης,
150000 λίρες.
Δεν θα χαρακτήριζες τη φυγή αυτή ένδοξη, όπως θέλουν να την
παρουσιάζουν σήμερα. Μίζερη, θλιβερή ανάγκη θα τη χαρακτήριζες, όπως ακριβώς
απεικονίζεται στον πίνακα του Francesco Hayez. Χωρίς στρατό να αντιταχθούν,
αφού η μόνη πολεμική μηχανή που υπήρχε στην Πάργα ήταν των ευρωπαίων που αποχωρούσαν,
οι Παργινοί δεν είχαν και πολλές δυνατότητες αντίστασης. Το πιθανότερο,
λαμβανομένης υπόψη της πρότερης «ανέντιμης» προς Τούρκους ιστορίας της – ο Αλή
Πασάς είχε χτίσει ολόκληρο κάστρο προσπαθώντας να την κατακτήσει πριν την
αποκτήσει μέσω αγοραπωλησίας – θα κατέληγαν δούλοι αν όχι σφαγμένοι. Θα τη χαρακτήριζες και «επαναπατρισμό»,
αφού οι περισσότεροι κάτοικοι είχαν κερκυραϊκές καταβολές.
Το 1913, οι Παργινοί επέστρεψαν στην ελεύθερη πλέον Πάργα,
μετά την προσάρτηση των Ιωαννίνων στο Ελληνικό κράτος. Δεκαπεντάυγουστο, μαζί
με «της Παναγίας», που γιορτάζει το νησάκι με την ομώνυμη εκκλησία, με την
εικόνα που η παράδοση θέλει να επιστρέφει πάντα τον δεκαπενταύγουστο στο νησί,
γιορτάζει η Πάργα την επιστροφή των Παργινών.
Δεν μπορείς να αποφύγεις μερικούς συσχετισμούς. Οι ευρωπαίοι
και τότε, όπως και τώρα, εκμεταλλεύονταν τις περιοχές αυτές για τα συμφέροντά τους.
Μπορεί να φερόνταν οι ίδιοι ευγενικά στους κατοίκους, αλλά δεν είχαν ενδοιασμούς
να τους θυσιάσουν για το κέρδος, όχι μόνο το χρηματικό, αλλά κυρίως το
κυριαρχικό. Η χώρα τούτη πάντα ήταν ένα μπαλάκι ανάμεσα στα συμφέροντα ανατολής
– δύσης και πάντα μαστιζόταν από τις διαμάχες των άλλων δυνάμενων, από τότε
δηλαδή που έπαψε η ίδια να αποτελεί δύναμη και πέρασε στην κυριαρχία των
Ρωμαίων. Μήπως και σήμερα το ίδιο δεν γίνεται;
Η πώληση της Πάργας στους Τούρκους χαρακτηρίζεται άτιμη,
ερίζουν ακόμα όμως οι έλληνες κατά πόσο η πώληση των δικαιωμάτων τους από τον
Γιωργάκη, τον Παπαδήμο (καλά, αυτός τραπεζικός ήταν, τι να περιμένεις από
τέτοιο σινάφι), τον Βενιζέλο και τον Αντωνάκη, αποτελεί και αυτή άτιμη πράξη. Θα μου πεις,
ούτως ή άλλως, οι κάτοικοι σήμερα «ακμάζουν» πουλώντας μόνο τουριστικές
υπηρεσίες, τί κι αν πουλήσουν και λίγα δικαιώματα; Την όποια «ελληνική τιμή»
την έχουν πουλήσει προ πολλού, όταν θέλησαν να γίνουν ευρωπαίοι (και αμερικάνοι)
και κοιτούσαν υποτιμητικά τους «έλληνες χωριάταρους» με τις χωριάτικες συνήθειες
– το γιατί; Μα λόγω της προαναφερθείσης διαμάχης ανατολής – δύσης αφού! Άλλωστε
ο κόσμος πέρασε πολλές κακουχίες και μόλις βρήκε ευκαιρία (που του την
προσέφεραν πλουσιοπάροχα, αλλά δυστυχώς με ύπουλο αντάλλαγμα), προσπάθησε να
ξεφύγει όπως-όπως. Και να σήμερα η κατάληξη...
Θα μου πεις, έχουν αλλάξει σήμερα τα πράγματα, και θα έχεις δίκιο,
αλλά θα σου πω, τίποτε δεν έχει αλλάξει, η οπτική γωνία που έχουν οι πάνω για τους
κάτω και ο τρόπος διαχείρισης των συμφερόντων είναι ακριβώς ο ίδιος, και θα έχω
απόλυτο δίκιο. Συσχετισμούς κάνουμε άλλωστε, όχι αντιστοιχίσεις!
Βλέπεις, τα συμφέροντα του απλού κατοίκου διαφέρουν από τα
οικονομικά και κυριαρχικά συμφέροντα της «ελίτ» του κάθε τόπου, αλλά και των
κυρίαρχων δυνάμεων. Και τα παιγνίδια εξουσίας συνεχίζονται κανονικά επάνω στις πλάτες
του απλού κοσμάκη, όσο και αν προσπαθούν να κάνουν τον μέσο πολίτη να
ονειρεύεται πως ανήκει κατά μερίδιο στην άρχουσα τάξη.
Τούτος ο τόπος πωλείται αιώνες τώρα, και μόνο αν ξαναγίνει
κυρίαρχος ο κόσμος του, και χωρίς να διαφεντεύεται από ξένα δάκτυλα, υπάρχει
περίπτωση να πάψει να αποτελεί τον λακέ των ευρωπαίων, ή όποιων άλλων. Αλλά
πρέπει να το αποφασίσει ο ίδιος, και να αλλάξει ο ίδιος νοοτροπία. Η ιστορία
πάντως διδάσκει πολλά, πολύ περισσότερα από τις χρηματιστηριακές εφημερίδες και
τις οικονομολογικές θεωρίες, και καλό θα ήταν να αρχίσουν να ανατρέχουν
περισσότερο σε αυτή όσοι δεν θέλουν να ξαναζήσουν στιγμές του παρελθόντος.
Η γιορτή πάντως χτες ήταν ευχάριστη, χωρίς ευτυχώς τον αέρα της
τουριστικής ατραξιόν προηγούμενων ετών, αλλά με αρκετό άρωμα Ελλάδας και Επτανήσων. Για μια ακόμα
φορά τα βεγγαλικά φαντασμαγορικά, αλλά υπερβολικά πολλά – σπάταλα πολλά.