Κυριακή 17 Μαΐου 2015

Γελαστό κι ευχάριστο!



Κάποτες, που λες, εδώ γινόταν το έλα να δεις. Σεντόνια ολόκληρα γραφόταν, κόσμος πηγαινοερχόταν… Τώρα ξεχνάς να πατήσεις μέχρι και εσύ. Ξεχνάς… τρόπος του λέγειν. Σε αφήνουν τα ζουζούνια; Ο ένας θέλει να του δίνεις συνεχώς σημασία, η μεγαλύτερη κοιμάται και ξυπνάει με την παιδική χαρά στο μυαλό!
«Πρώτα θα κοιμηθούμε, και μετά θα πάμε κούνιεεες!»
Άντε να περάσεις και από εδώ…
Άσε που από τότε που έπαψε να συχνάζει ο κόσμος, δεν βρίσκεις αιτία… με ποιόν να τσακωθείς εδώ μέσα; Αφού όλοι μεταφέρθηκαν σε άλλο καφενείο! Να κάνεις μια «αγορά» μόνος σου δεν έχει νόημα, θέλεις και συνομιλητές!
Η χώρα στο αυτόματο και στο «τσακίρ κέφι». Εδώ και τέσσερεις μήνες. Περνάει ο καιρός με τις λογομαχίες ανάμεσα στους μεν και τους δε, με το «βγαίνουμε, δεν βγαίνουμε», «τα βρίσκουν, δεν τα βρίσκουν», αλλά, δεν ξέρω αν το πρόσεξε κανείς, περνάει!
Και αυτό είναι το φυσιολογικό… και φτάσατε και μέχρι τον Ιούνιο!
Τί θες να πεις; Να, όχι ότι ξέρεις τα μελλούμενα, ή ότι το ένα ήταν σωστό και το άλλο λάθος, αλλά ότι αυτό είναι το φυσιολογικό και πως από τη μια στιγμή στην άλλη, ούτε τεράστιες βελτιώσεις περίμενες ποτέ να δεις, ούτε καταστροφές…
Να, όπως και εδώ… σιγά σιγά ερήμωσε ο τόπος, όχι εν μία νυκτί!
Και το άλλο καφενείο πάλι σιγά σιγά χτίστηκε, όχι στο πίτς-φυτίλι!
 Εσύ πάλι… απεγνωσμένα προσπαθείς να βρεις χρόνο για το πόνημα, αλλά κάθε τρεις και λίγο κάποιος θα μπει να σε απασχολήσει. Μία η μαμά να ρωτήσει κάτι, μία η κόρη να σου πει «μπαμπάλα έλα να με αλλάξεις». Μία να ξυπνήσει ο μικρός και να πρέπει να το πάρεις να παίξει στο χαλί δίπλα, να μην αισθάνεται μόνος και γκρινιάζει, και άντε να γράψεις μετά με τα γελάκια, τις τσιρίδες και τα τουβλάκια λέγκο να βαράνε το πάτωμα λες και καρφώνουν ξύλα απέναντι να ρίξουν τσιμέντα…
Πρωινό στη βεράντα. Πράσινη από τις τριανταφυλλιές του παππού. Δυο πιτσιρίκια αγκαλιά, να αγκαλιάζονται μεταξύ τους. Η  μεγάλη πειράζει το μικρό. Τρώει το μπράουνί της, που «ψήσατε μαζί» την προηγούμενη!
Η μεγάλη αποχώρησε πρώτη τελείωσε το σοκολατοκέικ και δεν βρίσκει άλλο ενδιαφέρον. Προτιμάει να τρέξει πάνω κάτω το μπαλκόνι! Ο μικρός αποχωρεί δεύτερος. Φρουτόκρεμα και ύπνο. Και εδώ ανάμεσα, με τον παππού να έχει πάρει τη μικρή (τη μεγάλη μάλλον, αλλά μικρή έινια, πώς να την πεις μεγάλη επειδή έχει μικρότερο αδερφό;) για βόλτα, τον μικρό να κοιμάται και τη μαμά να έχει πάει στη γειτόνισσα, βρήκες την ευκαιρία και είπες να περάσεις και από εδώ πριν ξεκινήσεις λίγη δουλειά!
Αν τελικά την κάνεις και αυτή και δεν γυρίσει/ξυπνήσει κανένας! Γιατί τότε… ε τότε θα έχεις να ασχοληθείς με κάτι άλλο, γελαστό και ευχάριστο!