Δεν ξέρω αν ο κόσμος σήμερα αισθάνεται ανασφαλής, ή αν απλά έτσι προβάλλεται πως συμβαίνει. Σίγουρα, σε ατομικό επίπεδο, ο καθένας μας αισθάνεται διάφορες ανασφάλειες, αλλά λείπει πραγματικά στις μέρες μας το αίσθημα της ασφάλειας από την κοινωνία; Επιπλέον, αν σήμερα λείπει το αίσθημα ασφάλειας, υπήρχε παλαιότερα; Και αν ναι, για ποια ασφάλεια μιλάμε; Γιατί το γενικότερο πλαίσιο δραστηριοποίησης που έχει υιοθετηθεί σήμερα στηρίζεται στην ανασφάλεια ως μέθοδο εξασφάλισης της αποτελεσματικότητας!
Αυτό δε σημαίνει πως ουσιαστικά επικροτείται η ανασφάλεια; Και αν δεν επικροτούνται ορισμένοι τύποι ανασφάλειας – τους κανόνες ποιός τους θέτει – μήπως όμως πρακτικά ο κόσμος «εκπαιδεύεται» στην εγκαθίδρυση της ανασφάλειας ως παράγοντα αποτελεσματικότητας και «ανάπτυξης»; Και αν ναι, γιατί μας πειράζει τότε το αίσθημα ανασφάλειας, αν όντως υπάρχει;
Ζούμε σε μια νέα εποχή όπου τίποτε δεν είναι ίδιο με το παρελθόν. Φυσικά και δεν είναι πρωτότυπο αυτό. Ισχύει πάντα και είναι από τις λίγες «καθολικής αξίας» ιδιότητες του σύμπαντος, μετά τους φυσικούς νόμους. Σήμερα έχει αλλάξει η θρησκευτική αντίληψη και έχει αντικατασταθεί από την πίστη και θεοποίηση της τεχνολογίας και του χρήματος. Στο βωμό αυτής της νέας θρησκείας θυσιάστηκαν όλες οι αρχές και τα πιστεύω της προηγούμενης. Παλαιότερα υπήρχε η παντοδυναμία του θείου, σήμερα υπάρχει η παντοδυναμία του χρήματος ενώ τον από μηχανής θεό αποτελεί πλέον η τεχνολογία. Μέσα απ’ όλες αυτές τις αλλαγές αναπότρεπτο ήταν να αλλάξουν πάρα πολλά πράγματα στην κοινωνία, και μάλιστα ραγδαία, αφού οι ρυθμοί εισβολής και ανάπτυξης της νέας θρησκείας υπήρξαν ραγδαίοι. Και ενώ διάχυτα γύρω ακούγονται φωνές να κραυγάζουν πως τίποτε δεν αλλάζει, στην πράξη η σημερινή πραγματικότητα διαφέρει υπερβολικά από την προ τριακονταετίας. Σήμερα ο κόσμος αναρωτιέται για το «έλλειμμα παιδείας» δίχως να έχει ορίσει την παιδεία την ίδια. Δίχως να έχει διερευνήσει τα μονοπάτια της ψάχνει να βρει ενόχους να αποδώσει ευθύνες. Ο κόσμος που αναρωτιέται όμως απλά προέρχεται από ένα «άλλο» κοινωνικό και εκπαιδευτικό σύστημα. Προέρχεται από μια κοινωνία που διατυμπάνιζε το «μάθε παιδί μου γράμματα», «γίνε ευγενικός» και «να σέβεσαι τους γύρω σου». Σήμερα είναι καιρός η κοινωνία να παραδεχθεί πως αυτό που διατυμπανίζει είναι «γίνε παιδί μου καπάτσος», «βρες έναν εύκολο τρόπο να βγάλεις χρήματα» και «να καταναλώνεις». Μια κοινωνία που διδάσκει καθημερινά το εύκολο κέρδος και την κατανάλωση γιατί αναρωτιέται για την έλλειψη γνώσεων και σεβασμού; Καιρός είναι να γίνει επιτέλους παραδεκτό πως παρότι ο κόσμος αναφέρει το σεβασμό και τη γνώση σαν κάτι το ιδανικά επιθυμητό, στην πράξη, αφού πρώτα μιλήσει γι’ αυτά με ευχολόγια, γυρνώντας την πλάτη θα ψιθυρίσει «και τώρα ας δούμε πως θα βγάλουμε χρήματα για να αγοράσουμε…, να πάμε…».
Έχοντας απαξιώσει κάθε θεσμό και αξία, στην ουσία δεν μένει στον άνθρωπο τίποτε άλλο απ’ το να «ηθικολογεί» φωναχτά, προβάλλοντας μια όμορφη εικόνα του εαυτού του, ενώ συμφεροντολογεί ενδόμυχα, πράττοντας σε πλήρη ασυμφωνία με τα ίδια του τα λόγια, με τις ίδιες του τις «θεωρητικές επιθυμίες». Μόνο που ο άνθρωπος αυτός στην παλιά εκείνη κοινωνία ονομαζόταν φιδόγλωσσος και καταδικαζόταν. Σήμερα οι διχαλωτές γλώσσες κατακλύζουν τα πάντα. Άλλωστε η εξιδανικευμένη προβολή έγινε μέθοδος διείσδυσης και έτσι το μάρκετινγκ αντικατέστησε στην πράξη την ποιότητα. Η γυναίκα του καίσαρα πλέον αρκεί να φαίνεται τίμια. Η πραγματικότητα δεν εξετάζεται, οι συνέπειές της όμως φαίνονται εκ των υστέρων.
Σήμερα η κοινωνία αναρωτιέται γιατί, αφού πρώτα προέτρεψε και επιζήτησε το εύκολο κέρδος απαξιώνοντας στην πράξη, αν όχι και στα λόγια, κάθε άλλη αξία, τα μέλη της επιζητούν το εύκολο κέρδος θυσιάζοντας οτιδήποτε άλλο. Η κοινωνία που καλλιέργησε την ανασφάλεια σε κάθε πτυχή της ζωής αναρωτιέται γιατί τα μέλη της αισθάνονται ανασφαλή. Η κοινωνία που περιθωριοποίησε οποιονδήποτε υιοθέτησε άλλους ρυθμούς και αξίες, πέραν αυτών της νέας θρησκείας, αναρωτιέται για την αύξηση των περιθωριοποιημένων και την ανασφάλεια που πηγάζει από την παρεπόμενη αύξηση της εγκληματικότητας. Η κοινωνία που καλλιέργησε την εξοικείωση με την βία αναρωτιέται για την αύξηση και το νέο πρόσωπο της βίας. Η κοινωνία που αγοράζει και πουλάει τον πόνο και την βία και μάλιστα με υψηλή κερδοφορία, αναρωτιέται γιατί υπάρχουν διάχυτα γύρω της.
Αν το παραδεχθεί, θα έχει κάνει το πρώτο βήμα για να «λύσει» το πρόβλημα, αν όντως την πειράζει. Ή να το αποδεχθεί, ή να το αλλάξει.
Η κοινωνία, εν μέρει με τις δικές της επιλογές αλλά κυρίως μέσω των επιλογών των «κρατούντων» και μέσω της εξιδανίκευσης και διαφημιστικής προβολής της ορθότητας και «προοδευτικότητας» των μεθόδων, επεδίωξε την ανασφάλεια και τον γρήγορο ρυθμό ανάπτυξης και σήμερα ζει τις «παράπλευρες συνέπειες» αυτής της ίδιας της επιδίωξης της και, μέσα από τον υποτιθέμενο προοδευτισμό της, απαιτεί εντελώς συντηρητικά την διατήρηση της νεοεγκαθιδρυμένης θρησκείας και του παρόντος μοντέλου με μέτρα «άρσης των συνεπειών», αφήνοντας όμως τις αιτίες ανέγγιχτες. Μέσω του ανταγωνιστικού μηχανισμού της ώθησε στην περιθωριοποίηση και απαξίωσε κάθε άλλο «πιστεύω», οδήγησε τα μέλη της σε έναν αγώνα άγριο και βίαιο, χωρίς ουσιαστικούς κανόνες και χωρίς περιθώρια επιλογής. Μόνο που ξαφνικά συνειδητοποίησε πως δεν της αρέσει η έκφραση της βίας αυτής και κλυδωνίζεται ανάμεσα στην εύθραυστη συντήρηση του σχήματος και στην μεταβολή του σε κάτι νέο. Μόνο που τα γεγονότα πάντα προφταίνουν και ξεπερνούν τις κοντόφθαλμες ενέργειες.
Πρόοδος δεν είναι η στοχευμένη ανάπτυξη αλλά η συνολική βελτίωση. Βελτίωση η οποία τελικά θα επέλθει, και στο μέλλον θα καταδικάσει ως συντηρητικές τις δήθεν προοδευτικές δυνάμεις της «τήρησης και διατήρησης του σύγχρονου και προοδευτικού μοντέλου ανάπτυξης», ενώ στη συνέχεια, με τη σειρά της, θα αλωθεί από τον συντηρητισμό της πίστης στην ορθότητά της. Γιατί τα πάντα ρέουν και αλλάζουν, όπως και σήμερα τα πράγματα δεν είναι όπως ήταν πριν από μερικά χρόνια.
Στο ρευστό αυτό σκηνικό τελικά μεγαλύτερη αξία έχουν οι αξίες και οι μηχανισμοί που τις εξυπηρετούν, όχι οι μέθοδοι αυτές καθ’ εαυτές. Η βελτίωση περνάει μέσα από τη νουθεσία και την παιδεία και όχι μέσα από την εκ των υστέρων τιμωρία. Ένας πατέρας που τιμωρεί αντί να νουθετεί το παιδί του αδυνατεί να επιτύχει την άνδρωσή του. Και ήδη έχει δειχθεί σε πολλές περιπτώσεις πως τα «κατασταλτικού» και «εκφοβιστικού» τύπου μέτρα δεν αποδίδουν.
Όσο για το αίσθημα της ανασφάλειας, ανάλογα με το από πού πηγάζει αυτό και κατά πόσο καλλιεργείται και επιδιώκεται, θα υπάρχει στο σύνολο, ή μόνο σε ατομικό επίπεδο. Βέβαια οι πιθανότητες εξάλειψής του από την κοινωνία είναι μικρές γιατί ο άνθρωπος που δεν φοβάται είναι άνθρωπος ελεύθερος.
Όσο πάντως η ανασφάλεια θα αποτελεί «εργαλείο» της κοινωνίας θα είναι και πανταχού παρούσα και θα λαμβάνει κάθε δυνατή μορφή.