Δευτέρα 31 Αυγούστου 2009

Πέρας περιόδου

Η πρώτη παρατήρηση το μεσημέρι. Τα παραθυρόφυλλα απέναντι κλειστά, σφραγισμένα. Ενοικιαζόμενα δωμάτια, έρημα πιά από ενοικιαστές. Οι δρόμοι με σαφώς λιγότερα αυτοκίνητα και τώρα που το σκέφτηκες, δε θυμάσαι να είχατε σήμερα κορναρίσματα από τα μποτιλιαρισμένα αμάξια. Ναι, τους καλοκαιρινούς μήνες φαίνεται πως το μποτιλιάρισμα μεταφέρεται εκτός του Κλεινόν Άστεως, και των λοιπών τσιμεντομεγαλουπόλεων.
Στη διαδρομή προς την παραλία παρατήρησες πολλά σφραγισμένα παραθυρόφυλλα, οι ιδιοκτήτες κλείνουν τις επιχειρήσεις και αποτραβιούνται στην πόλη, ή στις πόλεις τους. Όλ’ αυτά φυσικά απλά σηματοδοτούν το τέλος της τουριστικής περιόδου. Η νυφούλα επιστρέφει σιγά σιγά στην καθημερινότητά της. Ποιά είν’ αυτή; Μα όταν μια περιοχή χαρακτηρίζεται από μία κατάσταση για οκτώ συνεχείς μήνες και μια διαφορετική, σχήματος ασύμμετρης καμπάνας, με αιχμή τον Αύγουστο, για τους τέσσερεις άλλους, τότε η καθημερινότητα χαρακτηρίζεται απ’ τους οκτώ μήνες!
Όχι, παρότι τα περισσότερα πλέον παράθυρα είναι σφραγισμένα και παρότι η παραλία φαίνεται άδεια, η «εποχή» δεν έχει λήξει. Άλλωστε θυμάσαι και την πασχαλινή παραλία που είναι… εντελώς άδεια, εσύ και άλλοι δυο τρεις που ούτε καν αντιλαμβάνεστε ο ένας τον άλλο. Το σημερινό λοιπόν παραμένει κοσμοπλημμύρα, όσο άδειο και αν φαίνεται σε σχέση με χτες. Η απότομη μεταβολή είναι αυτή που ξενίζει, το μυαλό δεν έχει μάθει να αποδέχεται εύκολα τις «ασυνέχειες».
Αλλά να, αρχίζουν και τα σχολεία αύριο, ηρέμησε η περιοχή. Η βαριά τουριστική περίοδος έληξε. Τα πράγματα γίνονται πιο «ανθρώπινα». Τελικά η μαζικοποίηση καταστρέφει τα πάντα…
Σιγά σιγά σε θυμήθηκαν και από το γραφείο. Τώρα είν’ αργά σκέφτηκες, χαιρέκακα. Η απόλυτη, αν και διπλωματικά διατυπωμένη απάντηση πως «δεν υπάρχει χρόνος» σε γέμισε μια δόση ειρωνείας. Ήταν σίγουρο εξ αρχής, από την ώρα που παρακαλούσες να ολοκληρωθούν κάποια τμήματα έγκαιρα, ενώ οι συνεργάτες έτρεχαν για μπάνια, κι ας έσκαγες εσύ. Όχι, τον γάμο δεν τον αφήνεις για να τρέχεις για πουρνάρια, κι ας είν’ και τα πουρνάρια της μαμάς Ευρώπης. Υπάρχουν και σημαντικότερα πράγματα στη ζωή απ’ το συνεχές ανταγωνιστικό κυνήγι. Για την ακρίβεια απ’ το συνεχές κυνήγι, γιατί ότι περιέχει ανταγωνισμό είναι απλά κακό και των πάντων υποδεέστερο. Κακό με όλη τη σημασία της λέξης. Ας ολοκληρώσουν μόνοι οι συνεργάτες. Γιατί, σε τελευταία ανάλυση, αν σε θεωρούν τόσο αναντικατάστατο, γιατί άραγε δε το δείχνουν και έμπρακτα; Όχι δηλαδή πως θεωρείς εσύ τον εαυτό σου αναντικατάστατο. Αλλά να, αν οι υπόλοιποι θέλουν να συνωστίζονται γύρω από καταληκτικές, εσένα δε σου πέφτει λόγος. Με ‘γεια τους με χαρά τους.
Στη συνέχεια φυσικά περιμένουν οι φιντανοϋποχρεώσεις, οπότε και πάλι ο χρόνος περιορίζεται σημαντικά. Ξανανοίγει νωρίς νωρίς το φιντανοτροφείο και σιγά σιγά όλα θα μπουν στους ρυθμούς τους. Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του έλεγαν. Τώρα βέβαια, με τη παιδεία να νοσεί, γιατί πραγματικά νοσεί, για να μην πεις δηλαδή ότι έχει πεθάνει και την θέση της έχει πάρει μια διαδικασία παραγωγής εργαζομένων, αδαών πολλές φορές, η διάθεση για επιστροφή στον πάγκο δεν είν’ μεγάλη. Μεγαλύτερη είναι ίσως η διάθεση να παραμείνεις και να σφραγίσεις τελευταίος το παράθυρο που θα σημάνει το τέλος εποχής. Αλλά εντάξει, ας μη γινόμαστε και πλεονέκτες…
Εκατό σελίδες, εβδομήντα πέντε χιλιάδες λέξεις. Καλή η πρόοδος. Το πρώτο εγχείρημα βαίνει προς ολοκλήρωση. Υπάρχει ακόμα δρόμος βέβαια…
Επουλώθηκε και το γόνατο. Σήμερα πέταξε το τελευταίο στρώμα νεκρού δέρματος και πλέον φαίνεται μόνο το σημάδι. Με το πέρας εποχής και αυτό. Το σημάδι όμως θα τη θυμίζει για λίγο ακόμα...
Η τελευταία ημέρα του Αυγούστου φεύγει και μαζί της εξατμίζονται τα όποια καλοκαιρινά όνειρα. Από αύριο φθινόπωρο. Ημερολογιακά. «Κανονικά» αργεί λίγο ακόμα. Τίποτε δεν άλλαξε στο μικροσκοπικό πλαίσιο της καθημερινότητας. Ούτε και περίμενες, ούτε και περιμένεις είν’ η αλήθεια κάποια αλλαγή. Όσο και αν κατά βάθος την επιθυμούσες. Αρκετά βαθειά, ώστε να μην γελάει το συνειδητό του μυαλού.

Κυριακή 30 Αυγούστου 2009

Στάλα στάλα…

Ακόμα δε βγήκε ο Αύγουστος, ήρθαν τα πρωτοβρόχια. Από το απόγευμα με το βλέμμα στραμμένο στον ουρανό αναλογιζόσουν: «Θα περάσει πίσω απ’ τα βουνά; Δε θα περάσει πίσω απ’ τα βουνά». Δε γύρισε ο αέρας, δεν ήρθε η βροχή – έτσι πίστευες. Έλα μου όμως που σιγά-σιγά νύχτωσε και κόπασε ο μαΐστρος. Και το μπουρίνι μεν το γλυτώσατε, αλλά με το που έδυσ’ ο ήλιος, άρχισε μια ποτιστική βροχή άλλο πράμα. Μύρισε η φύση.
Αλλά βρέχει… και βρέχει… και ακόμα βρέχει…
Οι αστραπές «μεγαλειώδεις» σχίζουν τον κατάμαυρο ουρανό σε πολλαπλές διακλαδώσεις. Σχεδόν γίνεται η νύχτα μέρα. Έλα όμως που ο καιρός σε αναγκάζει να παραμείνεις εντός των τειχών… Τα παράθυρα ορθάνοιχτα να μπαίνει ο κρύος αέρας, αλλά να πάρεις καλοκαιριάτικα ομπρέλα να βγεις έξω; Πώς να είναι άραγε το γαλάζιο και λευκό σήμερα; Γιατί αν έχει κόσμο, καμιά δεκαριά νοματαίοι το πολύ χωράτε να συνωστιστείτε στο στεγασμένο τμήμα του μαγαζιού – το κυρίως μέρος είναι απλά ένα μπαλκόνι. Λες να αξίζει μια μαργαρίτα; Το δίχως άλλο, με θεα το πέλαγο, αν δεν γίνεται πανζουρλισμός, θα είναι εμπειρία, αλλά που να τρέχεις μεσ’ τη βροχή;
Και βρέχει… και βρέχει… και ακόμα βρέχει…
Κι αν συνεχίσει έτσι, την άλλη Κυριακή στο γάμο θα «δαγκώνεστε» απ’ την ψύχρα. Μιας και δεν είστε και κατάλληλα προετοιμασμένοι για να αντιμετωπίσετε τον καιρό αυτό. Καλή η βροχή ρε παιδί μου, αλλά θα βρωμίσει κι η θάλασσα από αύριο. Άντε τώρα για δυο-τρεις μέρες να μη φχαριστηθείς το κολύμπι. Ναι καλά.
Να ‘χει κόσμο άραγε στο γαλάζιο και λευκό;
Χμμφφφττττ…
Βρέχει… βρέχει… και ακόμα βρέχει…

Σάββατο 29 Αυγούστου 2009

Τα εγκεφαλόπουλα

Σιγά και μη και πειράξει τρία τέταρτα δρόμος. Πώς θα μαθαίναμε μετά για τα εγκεφαλόπουλα; Ή για τον ψυχίατρο που χρειάστηκε έξι μήνες για να κατανοήσει πως η ασθενής του ήταν στριμμένη; Κι ας ωρυόταν αυτή από την πρώτη ώρα της ψυχανάλυσης πως είν’ στριμμένο άντερο. Τελικά αυτοί οι ψυχίατροι δεν έχουν καθόλου εμπιστοσύνη στη διάγνωση των ασθενών τους…
Να ‘σου κι η γιαγιά με το λάστιχο. «Σε μισή ώρα να κοιμάστε όλοι, τ’ ακούτε;». Εμ δεν την ακούσαμε μεν, μπάνιο δεν κάναμε δε, η καημένη, αντί να μας προσέχει για να δει αν θα είμαστε φρόνιμα και υπάκουα παιδιά, παρέδωσε πνεύμα, στον μορφέα – όχι στον κύριο, κι έτσι οι συνδαιτυμόνες ξεχάστηκαν. Εγώ είπα, πάμε ένα σικέ καυγαδάκ’ κάτω απ’ το παράθυρο, δεν άκουγες, τώρα κοιμήσου άπλυτος να μάθεις…
Ψιτ, εσένα σε βλέπω εκεί, κοιτάς με μισό μάτι τους πελάτες και δεν αφήνεις τον άντρα σου να κάνει τη δουλειά του… Κι όχι τίποτε άλλο, διέρρευσε φήμη πως χαριεντιζόσουν με τον Φρόιντ τις προάλλες και δεν ξέρω που θα καταλήξετε…
Μερικοί μερικοί βέβαια απεδείχθησαν καλύτερα και υπακουότερα (ατσσσς) παιδάκια και αποχώρησαν με μικρή, καλά, τριπλασιασμένη, καθυστέρηση σε σχέση με τις προτροπές της σοφής γερόντισσας. Όχι πως κατάλαβαν κάτι, διότι και δεν έλαβαν την επιβράβευση της υπερήλικος, και δεν γνωρίζουν τις αποκαλύψεις στις οποίες προέβη η προαναφερθείσασα ασθενής, περί του ατόμου τους του ιδίου. >:)
Ε στο τέλος η σερβιτόρα αποφάσισε να προτείνει, ή να πληρωθεί ο λογαριασμός, ή να μαζέψει τους συνδαιτυμόνας μαζί με τα τραπεζάκια και τα σκαμπουδάκια στο εσωτερικό του μαγαζιού, να πάει για ύπνο (μα τι ψυχανώμαλος κόσμος κυκλοφορεί που θέλει τώρα στις τρεισήμισι το πρωί να πάει για ύπνο;), και την επομένη να τους ξαναπλώσει μαζί με τα καρεκλάκια, στο ίδιο σημείο, να συνεχίσουν να ξεσηκώνουν στο ποδάρ’ το παζάρ’.
Άλλα τρία τέταρτα δρόμος τώρα; Μπααα λιγότερα… με 5 μόνο αυτοκίνητα στο ρεύμα κυκλοφορίας η πανακότα έκανε τριανταπέντε λεπτά. Τον τρελό που είχε πάρει σβάρνα το αντίθετο ρεύμα (για κανά χιλιόμετρο περίπου) τον προσπέρασε από δεξιά. (Mη φωνασκείτε, από αριστερά είχε φυτά, δε χωρούσε…)
Άγιο είχε… (ο οποιοσδήποτε χριστιανός ήθελε να κινηθεί στον αντίθετο ρεύμα και καθυστέρησε για κανά δεκάλεπτο την αναχώρηση του…)
Άντε παιδιά, πάμε πάλι: Τα νέα σας εσείς;
Γιατί παρένθεση στην παρένθεση, ξεχάσαμε να σας ρωτήξουμε…
Βρε ‘σεις, το 'δατε το μικρό που κυκλοφορεί ξωβράκωτο με το σουτιέν;
(Ανάστροφο τόπλες το λένε αυτό; Νέα μόδα;)
Τίνος είν’ τούτο;

Πέμπτη 27 Αυγούστου 2009

Όπου γάμος και χαρά!

Ναι, χαρά, μεγάλη χαρά. Έτσι, να παντρολογιέστε όλοι εκεί στο πρώτο-δεύτερο σαββατοκύριακο του Σεπτέμβρη, να βρίσκω εγώ αφορμή να παραμένω στο γαλάζιο Ιόνιο παραπάνω, κι ας θέλω διακαώς να επιστρέψω στις τσιμεντοϋποχρεώσεις μου!
{Μη με κρατάτε σας λέω, μη, πρέπει, πρέπει να γυρίσω, μα τι μου κάνετε τώρα, να θα με κάνετε να παραμείνω εδώ πέντ’ έξι, δέκα μέρες ακόμα… Κανά γάμο για το δεύτερο σαββατοκύριακο δεν έχει; Κρίιιιμααααα :(}
Πάντως αυτός ο αίολος δεν είναι με το μέρος μου. Ήταν με το μέρος των πυρκαγιών. Παρακαλούσα εγώ να φυσήξει μπας και κάνω καμιά βόλτα τώρα που έσιαξε (μερικώς) το γόνα μου, τίποτε αυτός, είχε στρατοπεδεύσει στην αντίπερα παραλία (απ’ την άλλη μεριά τσι πίνδου ντε) και λυσσομανούσε λες και είχε συμμαχήσει με τους οικοδόμους και τους εργολάβους. Βλέπεις εφέτο ο αέρας είπε να βοηθήσει λίγο να ξελασπώσουμε από την οικονομική κρίση, δίνοντας νέες εκτάσεις για χτίσιμο. Οργασμός τσιμενταρίσματος.
Στο τέλος πιστεύω πως θα μείνω ο μοναδικός με 10 δέντρα και δυο στρέμματα χωμάτινης γης. Βρε καλέ μου ρίξε καμιά οικοδομή (λένε). Τι λέτε βρε; (σκέφτομαι... βλάπτει θα μου πεις...) Έχω τα δεντράκια μου (εδώ στο Ιόνιο λέω...) φάτσα κάρτα απέναντι απ’ το μπαλκόνι και ανοίγω το παραθύρι να μπαίνει δροσερός αέρας και θα τα κόψω να τα τσιμεντάρω για να ζεσταίνομαι μετά; Ε να όμως σε κάτι τέτοιους άμυαλους σαν εμένα σκοντάφτει ο πολιτισμός και αναγκάζεται να αναλάβει δράση η πυρά.
Τέλος πάντων, περιορίστηκαν οι φωτιές, άρχισε κι από εδώ να φυσά ο αίολος που μας είχε παραμελήσει για να ικανοποιήσει τα συμφέροντα των οικοπεδοφάγων. Μάλλον θα χρηματίζεται κι αυτός, καλός είναι και του λόγου του…Εμ θεός δεν είναι; Εξουσία δεν είναι; Τί να πεις…
«Η αττική θα καεί όλη σιγά σιγά, δε θα μείνει οργιά άχτιστη». Ναι, ας γίνει κάποια στιγμή για να αυτοκαταστραφεί η πόλη. Αν και δεν είναι σίγουρο… μπορεί να βγει και κερδισμένη. Η νέα ελληνική βενετία…
Ευτυχώς πάντως που παντρεύεστε, και με αναγκάζετε να μένω μακριά απ’ τα τσιμέντα. Να ζήσετε βρε παιδιά, η ώρα η καλή.
Και αν το επαναλαμβάνετε τελετουργικά κάθε χρόνο,
εδώ είμαστε, θα κάνω την καρδιά μου πέτρα και θα μένω…
τι να κάνω ο έρμος…

Δευτέρα 24 Αυγούστου 2009

Ανάγωγη φύση

Τα κόβεις, τα πελεκάς, τα ξεχερσώνεις κι αυτά τα άτιμα φυτρώνουν ρε παιδάκι μου εκεί που δεν τα σπέρνεις! Και δε φτάνει που είναι ανάγωγα, είναι και εύφλεκτα, σχεδόν αυτανάφλεκτα θα έλεγε κανείς! Και έτσι κινδυνεύουν και οι περιουσίες του κοσμάκη.
Το πρόβλημα του μυαλού του κοσμάκη βέβαια είναι πως όταν ακούει υπουργούς να ενδιαφέρονται πρωτίστως για τις περιουσίες, δε τους δολοφονεί στο φτερό. Ε ναι, σίγουρα να μη χαθούν ζωές, αλλά γυρνάει λίγο τ’ άντερα ν’ ακούς πως οι ιδιοκτησίες είναι πάνω απ’ το δάσος… Όχι ότι σώζεται το δάσος… Εστίες σβήνονται, μέτωπα ποτέ…
Ευτυχώς πάντως, φυσάει πολύ τις τελευταίες μέρες και αυτά τα αγενή δάση που εμποδίζουν τον πολιτισμό στο διάβα του θα αλωθούν από την πύρινη λαίλαπα. Έτσι, όπως αρμόζει στην κάθε Ιωάννα της Λορένης που αντιστέκεται στον κατακτητή.
Κάνε μόνο να μη βρέξει θέ’ μου και δεν προκάμει να τελειώσει την επέλαση.

Πέμπτη 20 Αυγούστου 2009

Η αναβίωση του σούπερ γκούφι

Αγνοώντας την αναπάντεχη «ιδέα της τελευταίας στιγμής» που οικειοθελώς και αυθορμήτως άλωσε την καλοκαιρινή περίοδο, αξίζει να σταθεί κανείς στα ακόλουθα: ένα πανί σκισμένο, ένα γόνατο γδαρμένο (βαθειά, πολύ βαθειά), ένα παρ’ ολίγο «δολοφονικό ατύχημα» με ψάθινο κάθισμα καρέκλας που θα στερούσε την οικουμένη από μια αξιόλογη προσωπικότητα, ακούσια εκτόξευση και πτήση λεμονόκουπων, ένας ξεχασμένος φούρνος, ένα ταψί γεμιστά καμένα…
Κατά τα άλλα όλα βαίνουν καλώς – ευτυχώς ο τούρκος δεν τα τίναξε ακόμα, το προσπαθεί όμως, πολύ το προσπαθεί – το νούμερο των εξήντα πέντε χιλιάδων λέξεων αποτελεί ήδη παρελθόν, το νησάκι, σταθερή αξία, τέρπει τα βράδια, οι μαργαρίτες αναλώνονται με υψηλούς ρυθμούς και η ζωή συνεχίζεται στο γνωστό μοτίβο…
Α διέρρηξαν και το γραφείο, αλλά δεν ήμουν εκεί – περίεργο ούτε φωτογραφία έχω αφήσει… (ούτε τίποτε άλλο…)
Τα κυδώνια είναι γεμάτα σκουλήκι… άμα δε ραντίσεις τελικά, δουλειά δε γίνεται…
Ο μήνας είν’ ακόμα στα δύο τρίτα του και αναρωτιέσαι το τέλος τί παραπάνω μπορεί να φέρει…
Ζέστη… πολλή ζέστη… κουφόβραση…
Ταντάχ!

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2009

Θύμησες

Παράξενα τα παιγνίδια της μνήμης. Μπορεί να λησμονεί την χτεσινή ημέρα και να θυμάται με λεπτομέρειες μια μέρα τριάντα χρόνια πριν. Να ξεχνά κάποιον που συνάντησε προχτές και να αντιλαμβάνεται πως ο άνθρωπος που προσπερνά είναι κάποιος με τον οποίο μοιράστηκε παιδικές χαρές και τρέλες, κι ας έχουν να συναντηθούν δεκαετίες τώρα.
Και ψες αργά διασταυρώθηκαν, και με μια ματιά κατάλαβαν ταυτόχρονα ο ένας τον άλλο. Λες και είν’ ο αέρας, η αύρα που δε διαψεύδει ποτέ, κι ας έχει αλλάξει η όψη. Τί, δύο και βάλε δεκαετίες δεν αφήνουν αναλλοίωτο ούτε πρόσωπο, ούτε μνήμη. Κι όμως, σαν χτες να καληνυχτιστήκαν, σήμερα χαιρετηθήκαν, σαν να μην πέρασαν πάνω από είκοσι τέσσερεις ώρες! Κι είχαν τόσα πολλά να πουν γι’ αυτό το «εικοσιτετράωρο». Πολύ περισσότερα απ’ εκείνη την περιπέτεια, τότε που ήταν μικρά παιδιά, νιάνιαρα, και έχοντας κατέβει μόνα τους στην παραλία για μπάνιο, όπως συνηθιζόταν τότε, πήραν το θαλάσσιο ποδήλατο και βάλαν πλώρη για τη σπηλιά, δυο κόλπους πιο πέρα. Κι έψαχναν οι μανάδες απεγνωσμένα επί ώρες. Δύο. Ίσως λίγο παραπάνω. Η σπηλιά απέχει κανά σαραντάλεπτο απ’ την παραλία για έναν μεγάλο άντρα. Πήγαιναν λίγο πιο αργά τ’ αμούστακα. Ρίχναν και καμιά βουτιά, κεφάλι πάντα, στο διάβα τους. Από έξη μηνών στα νερά δεν τη σκιαζόντουσαν τη θάλασσα, ούτε και κινδύνευαν δηλαδή. Ποιος κινδυνεύει όταν δεν φοβάται; Πιότερη η αγωνία για το που πήγαν των μανάδων.
Τι συναίσθημα κι αυτό. Σαν κάθε μέρα να πίναν μια μπύρα μαζί, κι ας μην την ήπιαν ποτέ τους παρέα. Οι στράτες χώρισαν νωρίτερα, πριν «μάθουν» το αλκοόλ. Τότε που η κύρια ασχολία ήταν το ψάρεμα στον πόντε, το ποδήλατο στους δρόμους και η εξερεύνηση στα βραχάκια στο καμίνι. Γιατί τότε είχε βράχια το καμίνι, πεταμένα πέντε μέτρα μπρος απ’ τα κτίσματα, να σπάει το κύμα του χειμώνα και να μην μπαίνει στα σπίτια. Και ‘κεί, στα λιμνάζοντα νερά ανάμεσα στις πόρτες και τα βράχια, βρίσκανε καμιά φορά γαρίδα ή καβούρι να δολώσουν.
Παράξενα παιγνίδια παίζει το μυαλό, κι ανάθεμ’ αν θυμάται τί έφαγε χτες…

Τρίτη 11 Αυγούστου 2009

Παρασκευή 7 Αυγούστου 2009

Παιγνίδια της θεάς και της ιέρειάς της.


Ντυμένη με πέπλα μυστηρίου ακολουθεί, την ασημένια κυρά στη διαδρομή της στο στερέωμα. Τούλια μεταξένια πετάει χορεύοντας, επτάπεπλο χορό το δίχως άλλο, γύρω απ’ τ’ ολόφωτο πρόσωπό Της, καθώς αυτή τον κόσμ’ ολούθε, κάτωθε, φωτίζει με τη θελκτική, γαλακτερή της αύρα. Λάμπουνε τα πέλαγα στο πέρασμά της…

Τρίτη 4 Αυγούστου 2009

Γρουμφ

Ανοίγοντας το παραθύρι για να μαζέψεις την πετσέτα, ένας καυτός λίβας «που καίει τα σπαρτά» μπαίνει στο δωμάτιο. Άμεση σφράγιση της *θύρας! Άρχισαν οι νοτιάδες, το επιθυμητό όμως ήταν τα μελτέμια και τα μαϊστράλια. Μπας και ξεσκουριάσει και λίγο η σανίδα… Κάποια στιγμή…
Να ξεσκουριάσει η σανίδα; Τεχνικώς αυτό δε γίνεται γιατί το πλαστικό δε σκουριάζει… Ακόμα και στις μπαλένες να γινόταν αναφορά, πάλι το αλουμίνιο δε σκουριάζει…
Το πρώτο έργο προς ολοκλήρωση. Γιατί όμως υπάρχει διάχυτη η αίσθηση πως ένα από τα σχόλια θα είναι το κλασικό: «Ολοκληρωμένο και πλήρες πλάνο, δεν θεωρείται υλοποιήσιμο»; Τελικά μήπως η τελειότητα είναι ελάττωμα; (Κρίση τέλος)
Βγάζοντας την κατσαρόλα απ’ το ψυγείο νοτίζει και εν τέλει βρέχεται άμεσα. Βρέχεται! Ο λίβας ήρθε μάλλον με πολύ υγρασία. Ευτυχώς, ακόμα άμμος δεν ήρθε…
Δύο οι βέλτιστες μέθοδοι αντιμετώπισης, θάλασσα (θάλαττα θάλαττα) ή… συγγραφή στο σκιερό και δροσερό σπίτι (μα τόση υγρασία;). Εντελώς ‘αυθόρμητη’ η επιλογή του… δεύτερου. Ναι, καλά…
Αλήθεια, γιατί «διδάσκονται αγγλικά» αφού χρησιμοποιείται η αμερικανική ορθογραφία; Διόρθωση, η ορθογραφία ηνωμένων πολιτειών. Αν πεις σε άγγλο πως οι αμερικάνοι «μιλάνε» αγγλικά, πιθανότατα θα ξεραθεί στα γέλια (αφυδατωθεί απ’ τον κλαυσίγελο;). Βέβαια το ίδιο γέλιο προκαλεί πλέον και η φράση «οι έλληνες μιλάνε ελληνικά»…
Πάντως αλήθεια, ακόμα και η διόρθωση «αγγλικών» κειμένων έχει αρχίσει να γίνεται κουραστική. Μα γιατί κανένας δε δίνει σημασία τί γράφει και πως το γράφει; Αδύνατο να φανταστείς πως μπορεί να καταλήξει ένα καλοσυνταγμένο κείμενο στα χέρια κάποιου τρίτου. Και επιτέλους… ξεκολλήστε απ’ το shall…
Τα λάθη πληρώνονται. Αυτό είναι σίγουρο. Όχι μόνο τα συντακτικά, ούτε στα ορθογραφικά η αναφορά, τα άλλα, τα πιο μεγάλα. Ιδιαίτερα αυτά κατά τα οποία αφήνεις να ξεγλιστρούν μέσ’ απ’ τα χέρια σου πράματα (και θάματα). Πόσες φορές μπορεί να επαναληφθεί; Πάμπολες… Και επαναλαμβανόμενα (εκ προθέσεως πλεονασμός). Μέχρι που πλέον αρχίζει να γίνεται ο κανόνας και να μην δημιουργεί και ιδιαίτερη αίσθηση. Κι όμως… δύο μέτρα… δύο μόνο μέτρα…
Αντιφατικές πληροφορίες. Διαρκώς. Τα νέα απ’ το μέτωπο του τουρισμού ενθαρρυντικά, αλλά δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας έχουν χαθεί και οι ιδιοκτήτες φοβούνται κατασχέσεις… Κάποια πιο ολοκληρωμένη και συνολική ανάλυση; Είναι κουραστική αυτή η συνεχής μονόπλευρη αντιμετώπιση «οπτικής γωνίας»… Για να μην μεταφράζεται και «κατά το δοκούν» δηλαδή, όχι γι' άλλο λόγο…
Αλήθεια, μετά την απαγόρευση του καπνίσματος θα… επιδοτηθούν τα καπνά;
Ολοκληρωμένα σχέδια!
Η ζέστη συνεχίζει να καίει αλύπητα τα… σπαρτά!
{Γιατί έχω την αίσθηση πως το «κέρδος» έχει πλέον αναχθεί
σε αξία ανώτερη της ζωής μας, όχι απλά της ζωής εν γένει…}