«Να ευχηθούμε να τελειώσουν όλα γρήγορα για να γυρίσει ο κόσμος στις δουλειές του». Τα λόγια αυτά, ειπωμένα σε κάμερα της ΕΤ2 από χείλη καταστηματάρχη της οδού Ερμού, Σάββατο μεσημέρι, ακριβώς επτά εικοσιτετράωρα «μετά» (λίγο νωρίτερα στην ουσία), αποτελούν τον έμμεσο τρόπο να πει κάποιος
«να ξεχαστούν όλα να ησυχάσουμε». Είναι ο λόγος για τον οποίο τίποτε ποτέ δεν αλλάζει. Είναι η ειλικρινής παραδοχή πως τίποτε απ’ όλα αυτά που συνέβησαν δεν τον αφορά και καλά θα ήταν να μην αφορούσε και τον υπόλοιπο κόσμο γιατί αλλιώς θα έχει αναδουλειές. Είναι η έμμεση παρότρυνση στην κοινωνία να ξεχάσει πως ένα ανήλικο παιδί δολοφονήθηκε ψυχρά από τους άντρες καταστολής που η ίδια η κοινωνία όπλισε το χέρι τους και τους έδωσε την εντολή να την διαφυλάττουν από κακοποιά στοιχεία. Είναι η έμμεση παρότρυνση προς την κοινωνία να σταματήσει να ασχολείται με πράγματα που την αφορούν πραγματικά και να επιστρέψει στην εργασία και την κατανάλωση, έναν μαγικό συνδυασμό της σύγχρονης μορφής δουλείας.
Διότι την ημέρα που ο κόσμος θα αποδεχθεί πως πρέπει να επιστρέψει στην εργασία του, αφήνοντας ανοιχτούς τους λογαριασμούς και παραδίδοντας σε «αρμόδιους» να πάρουν μέτρα ώστε να μην επαναληφθεί το φαινόμενο, αρνούμενος ο ίδιος να συμμετάσχει προσωπικά στην συζήτηση για τα μέτρα αυτά και στην επίλυση των προβλημάτων της ίδιας της κοινωνίας της οποίας αποτελεί μέλος, αλλά γυρνώντας στην καθημερινότητά του, είναι η ημέρα που ξεχνάει, η μέρα που παραδέχεται πως ζει μόνο για να εργάζεται και να καταναλώνει, η μέρα που δηλώνει ευθαρσώς πως δεν τον ενδιαφέρει ο τρόπος και τα μέσα, αλλά θέλει μόνο να τον αφήνουν ήσυχο να εργάζεται και να καταναλώνει. Είναι η μέρα που παραδίδει άκριτα και ανεξέλεγκτα την εξουσία στα χέρια «πεφωτισμένων» και που προδίδει την ίδια την δημοκρατία και την ελευθερία. Και ας μην πάμε μακριά, πόσες από τις ελευθερίες δεν έχει αποποιηθεί ο ίδιος ο σύγχρονος άνθρωπος στο όνομα της «τάξης και της ασφάλειας»; Μιας τάξης και ασφάλειας που είναι τόσο εύθραυστη ώστε να καταστρέφεται από τα ίδια της τα όργανα, όσες ελευθερίες κι αν έχουν γίνει θυσία στο όνομα της εννοούμενης «ελευθερίας» του σήμερα.
Να επιστρέψουμε στην ηρεμία μας, στην εργασία μας και στην κατανάλωση, όχι γιατί θα πάθουν κάτι οι άνθρωποι, αλλά γιατί «το εμπορικό σύστημα» θα καταρρεύσει. Στην πράξη να αδιαφορήσουμε και να ξεχάσουμε πως κάποιοι άνθρωποι έπαθαν κάτι, είτε αυτό ήταν δολοφονία, είτε αυτό ήταν βανδαλισμός, είτε αυτό ήταν άδικη επίθεση. Είναι η δημόσια παραδοχή πως ο συγκεκριμένος έμπορος που για καλή του τύχη δεν έκανε επώνυμα την δήλωση, δεν αξίζει την συμπαράσταση της κοινωνίας. Την δική μου πάντως δεν την κέρδισε.
«Αν δεν καταναλώσει ο κόσμος αυτό το οποίο πρέπει, τα καταστήματα θα έχουν πρόβλημα» δήλωνε την προηγούμενη ο πρόεδρος των επιχειρήσεων. Από πότε κάποιος πέραν εμού και των αναγκών μου καθορίζει πόσο
πρέπει να καταναλώνω; Από πότε έγινα τμήμα ενός μηχανισμού που καθορίζει την ανάγκη μου για κατανάλωση αντί απλά να μου προσφέρει μέσα διαβίωσης; Μα είναι απλό, από τότε που η μόνη, εντελώς παρασιτική και μη παραγωγική δραστηριότητα, το εμπόριο, μετατράπηκε τεχνηέντως σε παραγωγική και υιοθετήθηκε ως φορέας επίλυσης του εργασιακού. Γίνετε έμποροι, ανοίξτε μαγαζιά, παλέψτε αναμεταξύ σας ανταγωνιστικά σαν τα θηρία για να επιζήσετε, αρκεί να μην μετέχετε σε ποσοστά ανεργίας. Ανεξάρτητα αν προσφέρετε ουσιαστικά ή ανούσια, ανεξάρτητα αν αυτό είναι εφικτό, ανεξάρτητα αν δημιουργεί υπερβολικά προβλήματα,
ανεξάρτητα αν είναι βιώσιμο ή όχι. Αλλά είναι απλό και λογικό να σκεφτεί κανείς πως τόσους έμπορους δεν τους αντέχει «η πιάτσα», «μοιράζεται η πίτα». Και έτσι η κατανάλωση ανάγεται σε «επάγγελμα» και χωρίς αυτή τραντάζεται συθέμελα ολόκληρο το οικοδόμημα. Το τι θα γίνει με τους χαμένους του ζωώδους ανταγωνισμού φυσικά κανείς δεν ενδιαφέρεται. Γιατί αυτό είναι η κατάρα του ανταγωνισμού: δημιουργεί χαμένους. Και μετά με θράσος περισσό οι θιασώτες του ανταγωνιστικού παιγνιδιού «αναζητούν κοινωνική πολιτική».
Παρόλ’ αυτά, ουδέποτε ερωτήθηκα αν ενδιαφέρομαι να καταναλώσω. Ουδέποτε ερωτήθηκα αν έχω διάθεση και χρόνο να εμπλακώ σε αυτό το αλισβερίσι ή αν προτιμώ να ασχοληθώ με τα προβλήματα της κοινωνίας, με τα προβλήματα τα δικά μου, με το να επικοινωνήσω με τους φίλους μου, την οικογένειά μου, με το να αναθρέψω τα παιδιά μου. Η κατανάλωση μου προβάλλεται πλέον ως μόδα και αναγκαιότητα, όχι για να ζήσω όμως αλλά για να στηριχθεί το παρόν μοντέλο της χρηματικής οικονομίας. Και δεν φτάνει μόνο αυτό, αλλά πρέπει να ξοδέψω επιπλέον χρόνο για να κάνω έρευνα αγοράς, ώστε να υποστηρίξω και να ελέγξω τον ανταγωνισμό. Χρόνο από αυτόν που ήδη δεν μου περισσεύει για να εκτελέσω όλες τις υπόλοιπες λειτουργίες που πραγματικά θα με κατατάξουν στην κατηγορία των ελεύθερων Ανθρώπων. Εκεί που άλλοι μιλούν για ελευθερία του σύγχρονου κόσμου στην πράξη υπάρχει μόνο σκλαβιά, άνθρωποι που δεν έχουν το δικαίωμα να δραστηριοποιηθούν διαφορετικά γιατί αλλιώς «το σύστημα θα καταρρεύσει». Κατανάλωσε γιατί θα καταρρεύσει η αγορά. Εργάσου με απαξιωτικούς μισθούς και υπερβολικά ωράρια γιατί θα καταρρεύσουν οι επιχειρήσεις. Εσύ άλλωστε ως άνθρωπος δεν έχεις σημασία, σημασία έχουν οι επιχειρήσεις και η αγορά. Αδιαφόρησε για το αν ο άνθρωπος μέσα σου έχει ήδη καταρρεύσει. Παιδιά; Οικογένεια; Επικοινωνία; Όλα σε δεύτερη μοίρα. Πρώτα έρχονται οι επιχειρήσεις και οι αγορά. Ανθρώπινη κοινωνία;
Τίποτε να μην επιστρέψει στους προηγούμενους ρυθμούς. Παιδιά και γονείς να μείνουν στους δρόμους. Δε χρειάζονται βανδαλισμοί. Δε χρειάζεται όμως και παρωπιδική κατανάλωση – αυτή είναι η καθημερινότητά μας πια. Συζητήστε, ασχοληθείτε με τα προβλήματα της κοινωνίας. Μιλήστε, συμφωνήστε, διαφωνήστε, αλλά επικοινωνήστε και μείνετε στους δρόμους σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Απαιτείστε απ’ τους εμπόρους να συμμετάσχουν και αυτοί αν θεωρούν ότι και οι ίδιοι αξίζουν την προσοχή της κοινωνίας, δεν χρειάζεται να γυρίσουν στην ρουτίνα. Παραμείνετε εκεί ενεργοί και συζητώντας, μέχρι να αλλάξει κάτι. Συζητώντας με όλους ενεργά, όχι στείρα με τους οικείους σας από τον καναπέ σας. Κάντε την ενασχόληση με τα προβλήματα ένα μικρό μέρος της καθημερινότητάς σας, δίπλα στην επικοινωνία σας με τους οικείους σας, απορρίπτοντας άλλες λιγότερο σημαντικές ασχολίες. Πάντως μη γυρνάτε στην καθημερινότητα, αυτό ισοδυναμεί με τη λήθη.
Σήμερα οι έμποροι ζητούν να επιτραπεί να μείνουν ανοιχτοί όλα τα Σαββατοκύριακα των εορτών. Να έχει ο κόσμος ακόμα λιγότερο χρόνο για να σκεφτεί και να μιλήσει. Να εργάζεται ή να καταναλώνει μόνο, απλό γρανάζι σε μια μηχανή. Σα δεν ντρέπονται. Γιατί δεν τους νοιάζει κάτι άλλο. Γιατί όχι απλά δεν θυμούνται ή δεν ενδιαφέρονται για τα γεγονότα, αλλά όλα όσα έγιναν τους «χάλασαν τη σούπα». Η σούπα τους νοιάζει, όχι τα προβλήματα. Δεν ενδιαφέρονται να προασπίσουν την κοινωνία, αλλά κάποιος άλλος να επιβάλλει την τάξη που αυτοί ορίζουν, ώστε να μπορεί ο πολίτης να καταναλώσει «ελεύθερα», όχι να ζήσει. Βγείτε λοιπόν όλα τα Σαββατοκύριακα, και όχι μόνο αυτά, στους δρόμους. Αλλά όχι για να «ψωνίσετε». Για να μιλήσετε.
Το υγειές είναι να είναι ο κόσμος στους δρόμους και να συζητάει, όχι να καταναλώνει.Όσο όμως θα γυρνάτε στις εργασίες σας και στους ρυθμούς της καθημερινότητας χωρίς να αφήνετε χώρο για την κοινωνία μέσα στην προσωπική σας ζωή, τόσο τα πάντα θα ξεχνιούνται μέσα σε πολύ λίγο χρόνο, τόσο τίποτε ποτέ δεν θα αλλάζει όπως θέλετε και τόσο η μνήμη θα «έχει κοντά ποδάρια».
Και ο σημερινός άνθρωπος δεν θα ονομαστεί ποτέ
homo economicus. Ούτε το
homo sapiens sapiens του αρμόζει πια.
Homo consumere sclavus είναι η ονομασία που του πρέπει.