Διαβάζοντας σε ένα blog κάποιες απόψεις περί θρησκείας θυμήθηκα μια συζήτηση που είχα το Γενάρη, όταν κατά την διάρκεια εκδρομής στην Αίγυπτο, μια από τις φοιτήτριες, προβληματισμένη από την διαδικασία της μουμιοποίησης και από τους λόγους για τους οποίους την επέβαλε η αρχαία αιγυπτιακή θρησκεία, με ρώτησε ποια είναι η άποψή μου για την μετά θάνατον ζωή, την μετενσάρκωση και γενικά τι συμβαίνει πριν την έναρξη και μετά το πέρας της ζωής ενός ανθρώπου.
Φυσικά όπως καταλαβαίνετε το θέμα εξελίχθηκε σε μια μεγάλη συζήτηση που διήρκησε πάνω από 2 ώρες και φυσικά δεν κατέληξε σε κάποιο αποτέλεσμα. Άλλωστε σε θέματα που άπτονται όσων δεν μπορείς να παρατηρήσεις, μπορεί να υπάρξει μόνο φιλοσοφική προσέγγιση και όχι απόδειξη.
Όμως τελικά η συζήτηση αυτή είχε αρκετό ενδιαφέρον και ορμώμενος από όσα διάβασα στο blog που αναφέρω, αποφάσισα να μεταφέρω ορισμένα κομμάτια της.
Η κότα έκανε το αυγό λοιπόν, ή το αυγό την κότα;
Για την ιστορία, η διαδικασία της μουμιοποίησης είχε ως σκοπό την διατήρηση του σώματος του νεκρού, έτσι ώστε σε περίπτωση που αυτός κατάφερνε, στη μετά θάνατον ζωή, να βρει τον δρόμο του και τις σωστές επτά (αν δεν κάνω λάθος στον αριθμό) πόρτες του κάτω κόσμου, να φτάσει στο δωμάτιο της κρίσης, να μιλήσει από τον Όσιρη, και αν κριθεί άξιος, να επιστρέψει στο σώμα του και την ζωή στον άνω κόσμο.
Αν το καλοσκεφτούμε λοιπόν, αυτό αποτελούσε μια πρώτη μορφή πίστης στην μετενσάρκωση. Όμως η ψυχή δεν θα ξεχνούσε τίποτε, ούτε θα ζούσε νέα ζωή. Η ανταμοιβή για το ότι ήταν σωστή και δίκαιη θα ήταν να ξαναζήσει την ζωή της.
Μία ψυχή λοιπόν, δημιουργήθηκε και ζει αιώνια, είτε στον άνω, είτε στον κάτω κόσμο.
Στην συνέχεια, με το πέρασμα των αιώνων η μετενσάρκωση πήρε άλλη διάσταση. Με το σκεπτικό ότι δεν θα μπορούσαν να δημιουργούνται συνεχώς ψυχές, οι ήδη υπάρχουσες ψυχές ανακυκλώνονται μέσα σε νέα σώματα. Δεν θυμούνται, απλά ζουν και ξαναζούν μέχρι να ξεπληρώσουν τις αμαρτίες τους και να «αγιοποιηθούν».
Τέλος, ήρθαν οι δύο μεγάλες θρησκείες που έχουν κατακυριεύσει τον κόσμο. Ο Χριστιανισμός και ο Ισλαμισμός, ο δεύτερος εκ των οποίων στηρίζεται στον πρώτο. Οι θρησκείες αυτές, έχοντας δει ότι κανείς ποτέ δεν γύρισε πίσω, και φυσικά μην μπορώντας να αποδείξουν την μετενσάρκωση, προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα. Όρισαν την μετά θάνατον ζωή σε άλλους τόπους. Δίπλα στον θεό ή σε δωμάτια γεμάτα πιλάφια, δεν έχει σημασία πού, απλά η ψυχή θα ζούσε.
Όλες οι θρησκείες όμως δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα κοινωνικοπολιτικό φαινόμενο, το οποίο εκφράζει τις ανησυχίες των ανθρώπων, προσπαθεί να καλύψει τον φόβο τους για το άγνωστο και ταυτόχρονα, προσπαθεί να διατηρήσει τις ισορροπίες, ανάλογα με τις ανάγκες της εκάστοτε κοινωνίας, την συγκεκριμένη χρονική στιγμή, ανάλογα με το «γνωστικό» επίπεδο στο οποίο έχει φτάσει η συγκεκριμένη κοινωνία.
Για παράδειγμα, σήμερα, έχοντας αποδείξει ορισμένα φυσικά φαινόμενα, δεν μπορούμε να γυρίσουμε σε τύπους λατρείας της αρχαιότητας, οι οποίοι θεοποιούσαν στοιχεία της φύσης. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται σιγά-σιγά η ανάγκη εγκατάλειψης μιας θρησκείας και υιοθέτησης μιας άλλης.
Δεδομένου λοιπόν ότι φυσικά και δεν είμαστε πλέον σε θέση να πιστέψουμε σε όσα πρέσβευε η αρχαία Αιγυπτιακή θρησκεία, καταλήγουμε απλά στο ερώτημα, υπάρχει μετά θάνατον ζωή; Είναι η μετενσάρκωση (θεωρία πιο πραγματιστική, που μπορεί να αντιληφθεί καλύτερα ο μέσος άνθρωπος) ή η πνευματική/ψυχική κατάσταση της ύπαρξης στα ουράνια (θεωρία που απαιτεί φιλοσοφικές αναζητήσεις για να μπορέσεις να αποδεχτείς);
Και αν υπάρχει μετά θάνατον ζωή, υπάρχει προ-θανάτου ζωή; Υπάρχει ο θάλαμος ψυχών της αποκάλυψης; Πώς γεμίζει; Τι είναι η ψυχή και πώς δημιουργείται;
Η Χριστιανική και η Μουσουλμανική θρησκεία γνώρισαν μεγάλη αποδοχή γιατί το πνεύμα των ανθρώπων ήταν ανοιχτό πλέον και γιατί είναι οι μόνες θρησκείες οι οποίες αντί για θεοκεντρικές ήταν ανθρωποκεντρικές. Η «ζωή»του ανθρώπου «εκτός» της ανθρώπινης πραγματικότητας λοιπόν είναι πάντα συνυφασμένη με την θρησκεία. Απλά καλούμαστε να πιστέψουμε αυτό που μπορούμε να αποδεχτούμε και να πιστέψουμε.
Συνεπώς, ανάλογα με το σε ποιόν θεό θα πιστέψουμε παίρνουμε και την αντίστοιχη απάντηση. Και έρχεται και το μεγάλο ερώτημα: Αν πιστεύουμε στην πραγματιστική επιστήμη, τότε τι γίνεται με την ζωή μετά ή προ θανάτου; Υπάρχει; Ακόμα δηλαδή και άνθρωποι οι οποίοι θεωρούνται «άθεοι» κάποια στιγμή κλονίζονται.
Η δίψα του ανθρώπου να νοιώσει κάποια στιγμή «προστατευμένος» είναι δεδομένη. Γεννιόμαστε και προστατευόμαστε από τους γονείς μας. Κάποια στιγμή μεγαλώνουμε και αντιλαμβανόμαστε ότι ο κόσμος είναι πολύ μεγάλος και τα προβλήματα πολλά και ότι ακόμα και οι γονείς μας δεν θα νικήσουν το θάνατο και συνεπώς ψάχνουμε για έναν μεγαλύτερο
γονιό για να ζητήσουμε προστασία. Ακόμα και οι πιο δυνατοί, έρχεται κάποια στιγμή που θα λιποψυχήσουν. Έτσι δημιουργείται ο θεός.
Και περνάμε φυσικά αναγκαστικά και στο ερώτημα: Θεός ή επιστήμη;
Όπως είπα και αλλού, και η θεολογία αλλά και η επιστήμη εξηγούν παράλληλα και με τον ίδιο τρόπο την πορεία της φύσης και του ανθρώπου «στη δημιουργία» ή «στο σύμπαν». Και οι δύο με μοντέλα, είτε σκέψης, είτε μαθηματικά, καταφέρνουν και φτάνουν στην αρχή. Και την αρχή δεν μπορούν να την εξηγήσουν. Δεν μπορούν να δουν την κινούσα δύναμη. Ήταν το χέρι του θεού ή η κατάσταση υψηλής ενέργειας που η ύλη δεν μπόρεσε να αντέξει; Και οι δύο σε καλούν να πιστέψεις. Είναι το σημείο ασυνέχειας. Το σημείο που απαιτείται η υπέρβαση.
Αυτός είναι και ο λόγος που ο Χριστιανισμός γνώρισε άνθιση. Δεν πολεμήθηκε από τις επιστήμες γιατί τις ενστερνιζόταν. Τώρα εδώ να διαχωρίσω την θέση μου και να πω ότι οι θρησκείες δεν είναι τροχοπέδη. Είναι φιλοσοφίες. Οι θρησκείες δεν έχουν ξύλινο λόγο, όπως διάβασα κάπου. Το ιερατείο που αποζητά την εξουσία έχει ξύλινο λόγο. Οι θρησκείες είναι απλά η φιλοσοφία ζωής και ήθους που θέλουμε να έχουμε και μια μέθοδος ισορροπίας ανάμεσα στον προοδευτισμό και τον συντηρητισμό, δύο απόψεις που υπάρχουν και που θέλουμε δεν θέλουμε, πρέπει να σεβαστούμε και τις δύο.
Τελικά υπάρχει θεός ή όχι; Γιατί μόνο αν υπάρχει μπορεί να υπάρξει η ζωή προ και μετά θανάτου. Δεν ξέρω και δεν μπορώ να απαντήσω αν υπάρχει ή όχι. Ο καθένας καλείται να πιστέψει ανάλογα με τις εμπειρίες του και τα βιώματά του.
Ένα είναι σίγουρο για εμένα. Αν υπήρξε όντως κάποιος που έδωσε την ζωή του για το «Αγαπάτε αλλήλους» (αυτό και μόνο αυτό) αξίζει να θεοποιηθεί, αν δεν ήταν ήδη θεάνθρωπος.
Όλα πάντως ξεκινάνε από αυτό ακριβώς: Ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί να χωρέσει ότι μετά το θάνατο θα πάψει να υπάρχει. Ακόμα και όσοι το κατηγορούν, μετά τα 60 αλλάζουν γνώμη. Έχω συναντήσει πολλούς.
Ας είμαστε τουλάχιστον λιγότερο απόλυτοι, όταν υποστηρίζουμε την μια από τις δύο απόψεις.
Η κότα έκανε το αυγό; Ή το αυγό την κότα;